Σάββατο, 20 Απριλίου, 2024

Μimimal ζωή: Γιατί την επιλέγουμε;

Πώς φτάσαμε από την υπερκατανάλωση στο decluttering; Τι θα συμβεί αν αποφασίσουμε να αδειάσουμε τον χώρο μας από πράγματα; Μήπως το κενό που θα δημιουργήσουμε είναι η ευκαιρία μας για ουσιαστική ζωή;

Από την Ελένη Παπαιωάννου

Τις προάλλες έπιασα τον εαυτό μου να φτιάχνει προφίλ χρήστη στο eBay. Το site που τα προηγούμενα χρόνια είχε γίνει η παιδική χαρά του shopping therapy έμοιαζε τώρα στα μάτια μου με ένα μεγάλο καλάθι, μέσα στο οποίο θα άφηνα μια για πάντα τα αντικείμενα που κατοικούν τόσα χρόνια μέσα στο σπίτι μου, χωρίς να τα χρησιμοποιώ. Τσάντες, ρούχα, παπούτσια, ζώνες… Δεν το κάνω για να βγάλω χρήματα. Το κάνω για να πετάξω ένα μεγάλο βάρος από πάνω μου. Όλα όσα κρατούσα, επειδή πίστευα ότι μια μέρα ίσως τα χρειαστώ, όχι μόνο έχουν γίνει εμπόδια που δεν χρειάζομαι, αλλά και καταλαμβάνουν πολύτιμο χώρο μειώνοντας τα ελεύθερα τετραγωνικά στο σπίτι μου. Η αλήθεια είναι ότι πολύ λίγα αντικείμενα εδώ μέσα με αντιπροσωπεύουν πλέον πραγματικά. Τα βιβλία μου, οι πρώτες μου αρβύλες, κάποια βινύλια. Την ίδια στιγμή ανακαλύπτω ότι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο όλοι γύρω μου κάνουν decluttering: Η Μ. μόλις πέταξε δεκαπέντε σακούλες σκουπιδιών με πράγματα που φόρτωναν το σπίτι και τη ζωή της. Η Τ. χαρίζει όλα τα ρούχα που δεν έχει φορέσει εδώ και δύο τουλάχιστον χρόνια, σχεδόν τη μισή ντουλάπα της, και πουλάει τις designer τσάντες της στο Διαδίκτυο. Και o Π. ψάχνει να βρει κάποιον να πάρει από πάνω του (και από γύρω του) μια τεράστια συλλογή από περιοδικά των ‘90s, στα οποία μάλιστα ήταν ο ίδιος creative director.

The simple life

Οι Σουηδοί ήταν οι πρώτοι που έφεραν στη ζωή μας τη λογική του μίνιμαλ, τόσο στον σχεδιασμό όσο και στη διακόσμηση, το packaging και τις χρωματικές παλέτες. Αφού μας κόλλησαν το μικρόβιο του Ικέα, σήμερα εισάγουν ξανά πρώτοι το επόμενο στάδιο στο lifestyle: την τάση με το –πολύ πιασάρικο– όνομα Swedish Death Cleaning, το συστηματικό decluttering που, σε όποια ηλικία κι αν το ξεκινήσεις, θα βοηθήσει όποιους αφήσεις πίσω σου να ξεφορτωθούν τα πράγματά σου εύκολα, όταν πεθάνεις. Στο βιβλίο “The Gentle Art of Swedish Death Cleaning”, η Μαργκαρέτα Μάγκουσον ενθαρρύνει τους αναγνώστες της να ενστερνιστούν έτσι τον μινιμαλισμό με την κυριολεκτική του έννοια. Να τακτοποιήσουν τα πράγματα και τις υποθέσεις τους προτού χρειαστεί να το κάνει κάποιος άλλος, για να ζήσουν την υπόλοιπη ζωή τους χωρίς τη σκλαβιά της ύλης. Και δεν είναι η μόνη. Οι Minimalist, Τζόσουα Φιλντς Μίλμπουρν και Ράιαν Νικόντεμους, μέσα από το site, theminimalists.com, που έχει γίνει η βάση και για βιβλία, podcast, αλλά κι ένα ντοκιμαντέρ συγκλονιστικής ειλικρίνειας (το “Minimalism: A Documentary About the Important Things”, μπορείς να το δεις στο Netflix), υποστηρίζουν ότι όλοι μας μπορούμε να ζήσουμε πιο άνετα με λιγότερα από 100 αντικείμενα ο καθένας. Όπως ισχυρίζονται, έχουν βοηθήσει ήδη πάνω από 20 εκατομμύρια ανθρώπους να ζήσουν με λιγότερα απολαμβάνοντας μια ζωή με περισσότερο νόημα (το αγαπημένο ρητό του Μίλμπουρν είναι “Αγαπήστε τους ανθρώπους και χρησιμοποιήστε τα αντικείμενα, γιατί το αντίστροφο ποτέ δεν πιάνει”). Ένα γρήγορο ψάξιμο στο Instagram δείχνει ότι η τάση είναι πράγματι ισχυρή: Πάνω από 8 εκατομμύρια post συνοδεύονται σήμερα από το tag #minimalism και πάνω από 5,9 εκατομμύρια χρήστες χαρακτηρίζουν εαυτούς #minimalist.

Να έχεις ή να είσαι;

Θυμάμαι τη φίλη μου τη Μαρία, που μετά τον θάνατο των γονιών της, έζησε ένα δεύτερο πένθος, όταν έπρεπε να αδειάσει ένα διαμέρισμα κι ένα εξοχικό από τα αντικείμενα και τις αναμνήσεις όχι μιας, αλλά δύο ζωών. Η διαδικασία, όπως μου είχε περιγράψει, ήταν χειρότερη κι από το ίδιο το πένθος. Μιλώντας με τον κοινωνικό ψυχολόγο Ορέστη Νέτα, έναν ειδικό που έχει ασχοληθεί αρκετά με το cluttering, καταλαβαίνω πως η πληθώρα υλικών αγαθών μάλλον μας στερεί όχι μόνο χώρο, αλλά και χρόνο από την ίδια την εμπειρία της ζωής, ακόμα κι όταν αυτή η εμπειρία είναι επίπονη: “Στην περίπτωση του Swedish Death Cleaning, κάνοντας τη δουλειά από μόνοι μας, έχουμε ανάγκη να νιώσουμε ότι το επερχόμενο πένθος θα είναι μια καθαρή βιωματική εμπειρία για όσους αφήσουμε πίσω μας, όχι εξαρτημένη από κάποιο υλικό αγαθό”. Καθαρή, χωρίς τα πράγματα να μπαίνουν για άλλη μία φορά στη μέση. Στην πραγματικότητα και σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, όλοι γοητευόμαστε από την προοπτική μιας ζωής χωρίς υλικές εξαρτήσεις κι ας ζούμε οι ίδιοι σε σπίτια με γεμάτες ντουλάπες και άχρηστα παιχνίδια. “Η απλότητα έχει γίνει επιθυμία μέσα στα χρόνια” λέει ο ψυχολόγος. “Αυτό που δεν έχει αλλάξει –και είναι πράγματι δύσκολο– είναι η καταναλωτική συνείδηση. Η σχέση δηλαδή ανάμεσα στην ανάγκη, την απλότητα και την ποιότητα, ανάμεσα στον ελεύθερο χρόνο και τη δράση. Έχουμε γαλουχηθεί στην ευκολία και έχουμε ξεχάσει τη χαρά της δημιουργικής κούρασης. Τα υλικά αγαθά προσφέρουν άμεση, αλλά βραχυπρόθεσμη ευχαρίστηση, γι’ αυτό και θέλουμε άμεσα να καταναλώσουμε πάλι. Η δράση, από την άλλη, θέλει κόπο και ενέργεια”. Σύμφωνα όμως με τους Minimalist, το θέμα είναι ακριβώς αυτό: να δίνουμε περισσότερη ενέργεια στο να ζούμε και λιγότερη στο να αποκτούμε. Οι ίδιοι καταναλώνουν, ναι, αλλά δεν επενδύουν σε αντικείμενα, παρά σε εμπειρίες, ταξίδια, ελεύθερο χρόνο, «αγορές» που γεμίζουν το μυαλό και την ψυχή πολύ περισσότερο από μια art deco πολυθρόνα, που δεν έλειπε έτσι κι αλλιώς από το σαλόνι.

Home is where the life is

Η ίδια άποψη υποστηρίζεται και σε μια έρευνα, που διεξήχθη στο Πανεπιστήμιο του Νέου Μεξικού από την Κάθριν Ρόστερ, που μελέτησε κατά πόσο το cluttering θέτει σε κίνδυνο την αίσθηση ότι “βρισκόμαστε στο σπίτι μας” και κατ’ επέκταση τη χαρά που αντλούμε από την ίδια μας τη ζωή. Η Ρόστερ εξηγεί ότι ως “σπίτι” δεν ορίζεται μόνο ο τόπος κατοικίας μας, αλλά και η ευρύτερη σφαίρα εμπειριών, καταστάσεων και αξιών που προσδιορίζουν έναν άνθρωπο συνθέτοντας έτσι την κοσμοθεωρία του. Σύμφωνα με την έρευνα, όσο πιο πολλά έχεις, τόσο πιο δύσκολο είναι να κινηθείς ελεύθερα μέσα σ’ αυτόν τον νοητό, αλλά ουσιαστικό κόσμο, που έχεις χτίσει για τον εαυτό σου. Έχω την αίσθηση ότι το “Ξοδεύω, άρα υπάρχω”, που –παραφράζοντας το “Σκέφτομαι, άρα υπάρχω” του Ντεκάρτ– είχε κυριεύσει τη ζωή μας στα υπερβολικά σε όλα τους ‘90s και ‘00s, μόλις βρήκε την απάντησή του. Η υπερκατανάλωση, η ανάγκη για άλλο ένα μαύρο σακάκι, άλλο ένα ίδιο τζιν παντελόνι, έφτασε στον αναμενόμενο κορεσμό της. Μήπως η κρίση –οικονομική και αξιών– μάς έφερε αντιμέτωπους με τα αντικείμενα, τη σπατάλη χρήματος και ενέργειας και τελικά τον ίδιο μας τον εαυτό με τις πραγματικές του ανάγκες; Σύμφωνα με τον Ορέστη Νέτα, το θέμα είναι πολύ μεγαλύτερο: “Στα τέλη του ‘80 και σε ολόκληρη τη δεκαετία του ‘90 είχαμε έξαρση στις ψυχαναγκαστικές διαταραχές, όπως το compulsive buying disorder, μια μορφή ψυχαναγκαστικής κατανάλωσης μαζί με ναρκισσιστικά στοιχεία (ταύτιση με καταναλωτικά πρότυπα, μοντέλα, καλλιτέχνες, ακόμα και κατά συρροήν δολοφόνους), και από το ‘90 και μετά φοβικές εκφράσεις κάθε πάθησης: “Να ψωνίσω γιατί θα συμβεί κάτι και δεν θα έχω”. Μικροβιοφοβίες, τελειομανίες, ψυχαναγκαστικές διαταραχές, μανίες καταδίωξης και φόβοι που σχετίζονται με την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης εμπειρίας. Την ίδια εποχή, όμως, μέσα σε όλο αυτό το πλαίσιο υπερκατανάλωσης και κορεσμού γεννιέται σταδιακά στην Αμερική το κίνημα των Downshifter. Στελέχη επιχειρήσεων ζητούν να κατέβουν μισθολογικά ή ακόμα και παραιτούνται. Το ζητούμενο είναι περισσότερος χρόνος και λιγότερη δουλειά, άρα λιγότερα χρήματα. Ο στόχος δεν ήταν η κατανάλωση, αλλά ο χρόνος. Η κοινωνική αυτή τάση χτίζει από τότε μια νέα κουλτούρα ζωής, που καθρεφτίζεται στην αρχιτεκτονική, την τέχνη, την οικολογία, στον ποιοτικό χρόνο στην ανατροφή των παιδιών, ακόμα και στην ιατρική ή την άθληση με εναλλακτικές μορφές θεραπείας και άσκησης, στροφή από την ψυχιατρική στην ψυχοθεραπεία κ.λπ.”.

Είμαι κεφάτη, ψωνίζω…

Εάν με τα χρόνια αλλάζει ακόμα και ο λόγος που καταναλώνουμε συλλέγοντας υλικά αγαθά, πολύ περισσότερο συμβαίνει αυτό και με τις δεκαετίες. “Από το 1920, όπου με τη Βιομηχανική Επανάσταση κυριαρχεί το οικονομικό μοντέλο της υπερπαραγωγής-υπερκατανάλωσης, ο άνθρωπος αρχίζει από παραγωγός να ορίζεται ως καταναλωτής” λέει ο ειδικός. “Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η προσωπική του ταυτότητα δεν ορίζεται από το τι ή το πώς παράγει, αλλά από τι και το πώς καταναλώνει. Η κατανάλωση αποτελεί βασικό συστατικό της κοινωνικής θέσης, της ασφάλειας, αλλά κυρίως της ευτυχίας. Έχεις τη δυνατότητα να καταναλώσεις; Είσαι ευτυχισμένος! Ήδη από το 1920 ο Έντουαρντ Μπερνέζ, γνωστός και ως “πατέρας της κοινωνίας της κατανάλωσης”, είναι ίσως από τους πρώτους που χρησιμοποιούν την ψυχαναλυτική θεωρία, για να συσχετίσουν τα “ψυχικά κενά” με την κατανάλωση υλικών αγαθών. Τη δεκαετία του ‘80 επικρατούν οι θεωρίες του empty self (κενού εαυτού), σύμφωνα με τις οποίες τα φθαρτά υλικά αγαθά παρουσιάζονται ικανά να μπορούν να τον “γεμίσουν”. Όντας φθαρτά όμως, εξαναγκάζουν τον άνθρωπο σε μια μόνιμη αγωνία, που μοιάζει με εξάρτηση: να αποζητά υλικά αγαθά, για να νιώθει πλήρης”.

Σύμφωνα με τον ψυχολόγο, η απάρνηση των υλικών αγαθών που ενστερνίζονται σαν νέα θρησκεία οι Minimalist ή θιασώτες του Swedish Death Cleaning δεν είναι απλά μια απάντηση σε μια κοινωνική κατάσταση που βιώνουμε στις μέρες μας. Είναι η επιστροφή σ’ αυτό που μπορούμε να ορίσουμε ως ανθρώπινη φύση στην πιο καθαρή μορφή της, προ Βιομηχανικής Επανάστασης. Σίγουρα κάθε συμπεριφορά, καταναλωτική ή μη, αποτελεί μια προσπάθεια ελέγχου. Όλοι έχουμε ανάγκη να αισθανόμαστε ότι είμαστε κυρίαρχοι της ζωής μας, ότι το μέλλον μας εξαρτάται από εμάς τους ίδιους, ακόμα κι αν δεν είμαστε παρόντες σ’ αυτό, όπως αν αρχίσουμε να βάζουμε σιγά σιγά τη ζωή μας σε κούτες κατά το σουηδικό πρότυπο. Όταν, όμως, παραδεχτούμε ότι η σχέση μας με τα αντικείμενα έχει να κάνει με τον έλεγχο, θα μπορούμε επιτέλους να γίνουμε όλο και λιγότερο εξαρτημένοι από αυτά και να αρχίσουμε να τον αναζητάμε σε άλλες, πιο ουσιαστικές πλευρές της ζωής μας, όπου υπάρχει και η πιθανότητα να βρούμε τις απαντήσεις μας. Εγώ έχω πολλά ακόμα πράγματα να πετάξω και να χαρίσω, αρκετό χώρο ακόμα να διεκδικήσω για τη ζωή μου. Δεν ξέρω αν θα καταφέρω να τη χωρέσω σε μία-δύο κούτες κάνοντας έτσι τη ζωή των γιων μου λίγο πιο εύκολη όταν πεθάνω. Τους έχω δηλώσει, όμως, από τώρα ότι τις εφηβικές μου Dr. Martens μαζί με τη συλλεκτική έκδοση του Φύλακα στη Σίκαλη τα θέλω μαζί μου.

Οι θεωρίες του χάους: Τι λένε οι ειδικοί για το cluttering και τις επιπτώσεις του στη ζωή μας

Η δρ Ρόστερ ισχυρίζεται πως, όταν ζεις ανάμεσα σε πολλά αντικείμενα, αισθάνεσαι ότι ο χώρος σου δεν ανήκει σ’ εσένα, αλλά σ’ εκείνα. Γίνεσαι σκλάβος τους, παραμερίζεσαι.

Είναι καλό να τοποθετείς κάποια προσωπικά αντικείμενα στον χώρο εργασίας σου, σύμφωνα, όμως, με μελέτες, ένα-δύο είναι αρκετά. Η συγκέντρωση πολλών αντικειμένων στο γραφείο προκαλεί στρες και άγχος, σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου της Νότιας Καρολίνας.

Σε αμερικανο-αυστραλιανή έρευνα επισημαίνεται ότι το χαοτικό περιβάλλον δημιουργεί κακές διατροφικές συνήθειες.

Σύμφωνα με επιστήμονες του Πανεπιστημίου Κορνέλ, ένας χώρος γεμάτος πράγματα μάς αποσυντονίζει από τους ανθρώπους που υπάρχουν μέσα σ’ αυτόν, με αποτέλεσμα να μην μπορούμε να “διαβάσουμε” εύκολα τις εκφράσεις στα πρόσωπά τους.

Σε έρευνα του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ υποστηρίζεται ότι μετά από κάθε δημιουργική διαδικασία πρέπει πάντα να επαναφέρουμε τον χώρο μας σε τάξη. Όχι, το χάος δεν είναι δημιουργικό.

Φωτογραφία: istock

Διάβασε ακόμη